σιλωάμ

σιλωάμ
Πηγή νερού, που αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Ο όρος αποτελεί ελληνική απόδοση της εβραϊκής λέξης Σιλεάχ, η οποία σημαίνει αποσταλμένος. Η πηγή αυτή, επειδή ήταν η μοναδική κοντά στην Ιερουσαλήμ, ήταν γνωστή και απλά ως Πηγή. Σύμφωνα με ορισμένες ιστορικές μαρτυρίες, βρισκόταν στο όρος Σιών. Σήμερα, στην κοιλάδα του Ιωσάφατ, υπάρχει μια πηγή, η οποία ονομάζεται από τους Άραβες ‘Aίν Σιλωάν (η πηγή του Σιλωάμ). Η ίδια πηγή ονομάζεται επίσης πηγή των βαθμίδων, πηγή της Μάρθας και πηγή της Παναγίας. Με την ίδια ονομασία αναφέρεται επίσης στην Παλαιά Διαθήκη και μια δεξαμενή που σχηματιζόταν από τα νερά της πηγής του Σ. Στην Καινή Διαθήκη η δεξαμενή αυτή χαρακτηρίζεται κολυμβήθρα του Σ. και σε αυτή, ύστερα από εντολή του Ιησού, πλύθηκε ο τυφλός και θεραπεύτηκε. Τον 5o αι., κοντά στη πηγή του Σ., χτίστηκε βασιλική ερείπια της οποίας σώζονται ως σήμερα. Στα χρόνια της αυτοκράτειρας Ευδοκίας, η βασιλική αυτή αναφερόταν ως μονή της Φωτεινής και το 451 έγινε εκεί μεγάλη συγκέντρωση των μονοφυσιτών. Την ίδια εποχή, στη βασιλική αυτή, υπήρχαν δυο μαρμάρινοι λουτήρες, ένας για άντρες και ένας για γυναίκες που τους τροφοδοτούσαν με νερό από την πηγή του Σ. Το 614, η βασιλική του Σ. καταστράφηκε από τους Πέρσες αλλά, αργότερα, επισκευάστηκε και μετατράπηκε σε κέντρο προσκυνητών και ατόμων που έπασχαν από αρρώστιες των ματιών. Τον llo αι. μάλιστα, φαίνεται ότι λειτούργησε εκεί και νοσοκομείο. Το 1880 βρέθηκε στη θέση, όπου υπήρχε η πηγή του Σ. μια επιγραφή του 8ου π.Χ. αι., η οποία αναφέρεται στην κατασκευή ενός υδραγωγού.
* * *
η, ΝΜΑ
πηγή στην Ιερουσαλήμ, γνωστή από τα Ευαγγέλια και ως κολυμβήθρα τού Σιλωάμ, όπου πλύθηκε ο τυφλός τής σχετικής παραβολής και απέκτησε το φως του
νεοελλ.
φρ. «κολυμβήθρα τού Σιλωάμ»
μτφ. κάθε πηγή που έχει ή στην οποία αποδίδονται θεραπευτικές ιδιότητες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για λ. εβραϊκής προελεύσεως. Η κολυμβήθρα έλαβε την ονομασία της από ομώνυμη περιοχή τής Ιερουσαλήμ].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Makronisi — Makronisos (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe Kykladen …   Deutsch Wikipedia

  • Makronisos — (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe …   Deutsch Wikipedia

  • Makronissi — Makronisos (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe Kykladen …   Deutsch Wikipedia

  • Makronissos — Makronisos (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe Kykladen …   Deutsch Wikipedia

  • Makrónisos — Makronisos (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe Kykladen …   Deutsch Wikipedia

  • Makrónissos — Makronisos (Μακρόνησος) Luftaufnahme der Insel Makronisos Gewässer Mittelmeer Inselgruppe Kykladen …   Deutsch Wikipedia

  • αδελφότητα — Οργάνωση που αναπτύσσει επαγγελματική, φιλανθρωπική, κοινωνική ή θρησκευτική δράση. Α. ήταν και ενώσεις πιστών στη μεσαιωνική Ευρώπη, συνήθως υπό την προστασία ενός αγίου. Τα όρια μεταξύ συντεχνίας και α. είναι ασαφή, επειδή στην α. μετέχουν μέλη …   Dictionary of Greek

  • κολυμβήθρα — Ανοιχτή δεξαμενή νερού, που κατά την αρχαιότητα χρησίμευε για λουτρό (κ. του Σιλωάμ) ή για κολύμβηση (κ. των αρχαίων ελληνικών γυμναστηρίων για την εκγύμναση των αθλητών)· ήταν κάτι ανάλογο με τη σημερινή πισίνα. Στην Εκκλησία, κ. ονομάζεται το… …   Dictionary of Greek

  • Ααΐν Μαριάμ — Κρήνη στην Παλαιστίνη απ’ όπου, κατά την παράδοση, έπαιρνε νερό η Παναγία. Κοντά βρισκόταν και η κολυμβήθρα του Σιλωάμ …   Dictionary of Greek

  • Άγιοι Τόποι — Η περιοχή της Παλαιστίνης που συνδέεται με τον βίο του Ιησού Χριστού, από τη γέννηση έως την Ανάληψή του: τα Ιεροσόλυμα, η Βηθλεέμ, το Όρος των Ελαιών, η Βηθανία, η Ναζαρέτ, το όρος Θαβώρ, η Κανά, ο ποταμός Ιορδάνης, η Σαμάρεια κλπ. Όταν σήμερα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”